oikoshmo-3aΠΡΟΤΥΠΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΣΜΥΡΝΗΣ
Σμύρνη  1733 – 1922       Νέα Σμύρνη  1935 –  σήμερα

f1

Άρτεμις Χατζηγιαννάκη, "Η πολιτεία που αρμενίζει στα πέλαγα" (2015) Υδατογραφία σε χαρτί, 69x14 εκ.  

Κυριακή, 01 12 2024

Η ΜΑΡΜΑΡΙΝΗ ΕΠΙΓΡΑΦΗ

Η μαρμάρινη επιγραφή «Παντολέον Σεβαστόπουλε, χαίρε»

Στοιχείο πλέον του σχολικού μας χώρου αποτελεί η μαρμάρινη επιγραφή, στην οποία αναγράφεται η φράση «Παντολέον Σεβαστόπουλε, χαίρε», παραπέμποντας στην ίδρυση του σχολείου στη Σμύρνη τον 18ο αι. Φιλοτεχνήθηκε με τη φροντίδα του Συνδέσμου Αποφοίτων της Προτύπου Ευαγγελικής Σχολής και τα αποκαλυπτήριά της πραγματοποιήθηκαν στις 15 Φεβρουαρίου 2019.ps1

Η επιγραφή αυτή λοιπόν μνημονεύει και αποδίδει τιμή στον Παντολέοντα Σεβαστόπουλο, τον άνθρωπο ο οποίος διαδραμάτισε σημαντικότατο ρόλο στην ίδρυση και την εξέλιξη του σχολείου της Σμύρνης, και ταυτόχρονα αναβιώνει και μεταφέρει ένα πολύ χαρακτηριστικό στοιχείο του σχολικού κτηρίου στη Σμύρνη, καθώς μία παρόμοια επιγραφή ήταν τοποθετημένη σε περίοπτη θέση στο κτήριο στη Σμύρνη, όχι στο καινούργιο κτήριο, αυτό που έχουμε όλοι υπόψη μας, που επιβίωσε της φωτιάς που πυρπόλησε την πόλη τον Αύγουστο του 1922, αλλά του παλαιού, στο «σοκάκι της Αγίας Φωτεινής», όπου φοίτησαν γενιές και γενιές μέχρι το καλοκαίρι του 1922. Οπωσδήποτε η πλάκα αυτή θα μεταφερόταν –αν δεν είχε ήδη μεταφερθεί- και στο νέο κτήριο, καθώς η μνημόνευση του Σεβαστόπουλου ως ιδρυτού και μεγάλου ευεργέτη αποτελούσε στοιχείο της ταυτότητας της Σχολής.

Ο Παντολέων ή Παντελής Σεβαστόπουλος γεννήθηκε στη Χίο στις αρχές του 18ου αι. Νέος εγκαταστάθηκε στη Σμύρνη, όπου ασχολήθηκε με το εμπόριο, απέκτησε μεγάλη περιουσία και αναδείχθηκε σε σημαντικό πρόσωπο της ελληνορθόδοξης κοινότητας της Σμύρνης. Υποστήριζε αγαθοεργίες και έργα κοινής ωφέλειας της κοινότητας, γι’ αυτό και αναγνωριζόταν από το σύνολό της ως ιδιαιτέρως φιλογενής και φιλελεήμων. Για παράδειγμα υπήρξε μεγάλος ευεργέτης του περίφημου «Γραικικού Νοσοκομείου», δηλαδή του νοσοκομείου της ελληνικής κοινότητας της Σμύρνης.

Κυρίως όμως ο Σεβαστόπουλος είναι συνδεμένος με την Ευαγγελική Σχολή. Είναι ο ένας από τους τρεις Σμυρναίους προκρίτους (οι άλλοι δύο είναι ο Γεώργιος Όμηρος και ο Ζωρζής Βιτάλης) που υπογράφουν, μαζί και με τον διευθυντή και διδάσκαλο του προηγούμενου κοινοτικού σχολείου, τον ιερομόναχο Ιερόθεο Δενδρινό, το ιδρυτικό έγγραφο της Σχολής στις 22 Ιουνίου 1733, ημέρα η οποία θεωρείται η γενέθλια ημέρα της Ευαγγελικής Σχολής. Με το έγγραφο αυτό, οι τρεις πρόκριτοι υπόσχονται «αδιασείστω γνώμη και αχωρίστω βουλή να συσταίνωμεν και περιφυλάτωμεν το ρηθέν Σχολείον εις όλα τα χρειαζόμενα αναλώματα και έξοδα κατά συνείδησιν ψυχής, μεθ’ όρκου εφ’ όρου ζωής ημών οπού να ευρίσκεται το σχολείον τούτο εις αφιέρωμα Θεού, εις προκοπήν των παίδων μας και εις τους προσερχομένους πάντας ενδεείς και απόρους ανεωγμένον».

Η λειτουργία της Σχολής ξεκινά και συνεχίζεται κανονικά χάρη στις δωρεές των τριών ιδρυτών και άλλων «φιλελεημόνων» χριστιανών. Το 1743, έτος θανάτου του Ζωρζή Βιτάλη, οι δύο άλλοι ιδρυτές μαζί με 5 επιτρόπους και 19 Σμυρναίους προύχοντες «παγιώνουν» τη Σχολή και την αφιερώνουν «εις τον υιόν του Θεού τον Κύριον ημών Ιησού Χριστόν διά σχολείον των Ευαγγελικών αυτού εντολών και διά φροντιστήριον πάντων των ελληνικών μαθημάτων».

Το 1743 ο Παντελής Σεβαστόπουλος, για οικονομική ενίσχυση της Σχολής, με δωρητήριο έγγραφο της 1ης Μαρτίου 1743, της δωρίζει το χάνι το οποίο είχε στην ιδιοκτησία του στη συνοικία του Φασουλά, ορίζοντας από τα ενοίκιά του 100 γρόσια να δίνονται ως συμπληρωματικός μισθός στους εκάστοτε διδασκάλους της, 100 γρόσια για τη διατροφή τεσσάρων απόρων μαθητών και άλλα 100 γρόσια για γενικά έξοδα της Σχολής.

Ίσως όμως περισσότερο και από τις γενναίες του δωρεές, η ενέργεια του Σεβαστόπουλου, η οποία αποδείχθηκε αποφασιστικής σημασίας για τη σχολή και έκρινε το μέλλον της ήταν ότι με την από 1ης Μαρτίου 1747 διαθήκη του θέτει τη Σχολή υπό την προστασία της Μεγάλης Βρετανίας, σύμφωνα με το καθεστώς των διομολογήσεων. Ο ίδιος ήταν Βρετανός υπήκοος και διερμηνέας του Αγγλικού προξενείου στη Σμύρνη (ήταν σύνηθες να παίρνουν Έλληνες ξένη υπηκοότητα για να έχουν τα προνόμια των διομολογήσεων στις οικονομικές τους δραστηριότητες και να προστατεύονται). Έτσι διαβάζουμε στη διαθήκη του: «ο κτίτωρ εγώ βλέποντος το ευεπιβούλευτον του Γένους και το ευδιάσειστον του κατορθώματος, επικαλούμαι […] το θεοφρούρητον κράτος της ειρημένης κραταιάς βασιλείας [Μεγάλη Βρετανία] και παρατίθημι το ειρημένον φροντιστήριον και άπασαν αυτού την περιουσίαν […] υπό την θεοφρούρητον σκέπην του κατά καιρόν ευρισκομένου ενταύθα εις Σμύρνην βασιλικού προσώπου, του εκλαμπροτάτου και αυθεντός μου Κονσόλου των Ιγγλέζων […] και εις την υπεράσπισιν της μεγαλοπρεπούς και γενναίας Αγγλικανικής κομπανίας να συνέχουν και να διαφυλάττουν άσειστον και ασάλευτον ως έκτισται και ως εν τω βραβείω διώρισται το ειρημένον Ευαγγελικόν φροντιστήριον υπό τας χρυσάς πτέρυγας της βασιλικής δυνάμεως».

Από τότε η Σχολή και τα περιουσιακά της στοιχεία ετέθησαν υπό την προστασία της Μεγάλης Βρετανίας. Η βρετανική προστασία αποδείχθηκε ευεργετική για τη σχολή, καθώς της εξασφάλισε αυτονομία έναντι της οθωμανικής διοίκησης και του οθωμανικού εκπαιδευτικού συστήματος. Ας διαβάσουμε τη σχετική αναφορά του Αν. Αναστασιάδου: «Ο Τούρκος σχολικός επιθεωρητής μόνον κατόπιν αιτήσεως και παρεχομένης αδείας εισήρχετο εις την Σχολήν ως ξένος επισκέπτης, συνοδευόμενος υπό του Άγγλου διερμηνέως και υπό εφόρων ξένης υπηκοότητος. Αστυνομικός Οθωμανός ουδέποτε ή ίσως σπανιώτατα. Οσάκις η τουρκική κυβέρνησις επεχείρησε να επέμβη εις τα της Σχολής, εύρε προ αυτής κώλυμα ανυπέρβλητον, τείχος απόρθητον την υποστήριξιν, την θέλησιν και την δύναμιν του αγγλικού Προξενείου και της αγγλικής Κυβερνήσεως».

Η Οθωμανική αυτοκρατορία με βεράτιο, της 29ης Οκτωβρίου 1810 του σουλτάνου Μαχμούτ Β΄ αναγνωρίζει το καθεστώς της Σχολής. Ήδη από το 1808, είχε επίσης αναγνωριστεί με πατριαρχικό σιγίλιο -όπου αναφέρεται για πρώτη φορά η επωνυμία «Ευαγγελική Σχολή»- ως αυτόνομη και ανεξάρτητη από «παντός ιερωμένου ή λαϊκού, από της πόλεως, από ιδιωτών, από συγγενών ή ξένων».

Στη διαθήκη του Σεβαστόπουλου του 1747, ορίζεται ακόμη από τον Σεβαστόπουλο ότι η Σχολή διευθυνόταν από Εφορεία: «διοικηταί και οικονόμοι της σχολής εισίν οι κατά καιρούς αυτής επίτροποι, διορίζοντες αλλήλους κατά διαδοχήν, άνευ ουδεμιάς επεμβάσεως, υπό μόνη την επίβλεψιν των κατά καιρόν εν Σμύρνη Προξένων της Μεγάλης Βρεταννίας». Η διάταξη αυτή ίσχυσε αμετάβλητη μέχρι τη Μικρασιατική Καταστροφή. Πρώτοι επίτροποι ήταν οι ιδρυτές της, στα 1743 αυξήθηκαν κατά έναν. Με τη διαθήκη του Σεβαστόπουλου του 1747 ο αριθμός ορίζεται εκ νέου σε 4 με τριετή θητεία. Το 1779 ο Ιερόθεος Δενδρινός επέλεξε ισόβιους επιτρόπους και με τον «διοργανισμό» του 1838, ονομάζονται Έφοροι και ανέρχονται σε 7, με θητεία τριετή, ενώ μετά τον Κανονισμό της Ε.Σ.Σ. του 1895, η Εφορεία έγινε 12μελής. Οι Έφοροι παρουσιάζονταν μέχρι το 1922 στον Άγγλο Πρόξενο, ενημερώνοντάς τον για την εκλογή τους.

Στις 21 Ιουνίου 1754 με νέα διαθήκη, ο Σεβαστόπουλος επαναλαμβάνει τη βούλησή του να μείνουν στην κυριότητα της Ευαγγελικής σχολής όσα της είχε δώσει με προηγούμενες διαθήκες του, απαγορεύοντας διαφορετική αξίωση από κάθε άλλον κληρονόμο του. Όταν μάλιστα συγγενής του Σεβαστόπουλου, σύζυγος εγγονής του, ο Ιωάννης Όμηρος, προσπάθησε να ακυρώσει τη διαθήκη, απέτυχε, καθώς οι υπόλοιποι συγγενείς την αποδέχτηκαν και επιβεβαίωσαν με το από 6 Μαρτίου 1764 «νοταριακόν γράμμα» το έγκυρον της μεταβιβάσεως του «χανίου» προς τη Σχολή.

Ο Παντελής Σεβαστόπουλος πέθανε το 1758. Ο θάνατός του καταλύπησε τη σμυρναϊκή κοινωνία, που τον πένθησε ειλικρινώς. Από τότε γράφτηκαν για εκείνον πολλά, δηλωτικά της αγάπης και της ευγνωμοσύνης των Ελλήνων της Σμύρνης προς το πρόσωπό του, αποδίδοντάς του κυρίως την ίδρυση του ιστορικού σχολείου, τον φάρο της Ανατολής. Ας μνημονεύσουμε ενδεικτικά το επιγραμματικό τετράστιχο που δημοσιεύτηκε στο σμυρναϊκό περιοδικό «Μέντωρ» του 1879:

«Παντολέων τιμή των Ιώνων

προσφιλή της υιόν κι ευγενή

η πατρίς εις τον άπαντα χρόνον

ευγνωμόνως σε θέλει υμνεί».

Η δε Ευαγγελική Σχολή εντοίχισε σε περίοπτη θέση αναμνηστική λάκα με χαραγμένα χρυσά γράμματα: «Παντολέον Σεβαστόπουλε, Χαίρε». Η δε αναφορά στην αναμνηστική αυτή πλάκα απαντάται σε όλες τις περιγραφές του σχολείου και τις αναμνήσεις των μαθητών του. Ας δούμε ενδεικτικά από το δημοσίευμα του Μιχαήλ Αργυρόπουλου στα Αθηναϊκά Νέα (23-6-1933): «Το Μεγάλο Σχολειό! Μέσα εις το αγκάλιασμα δυο εκκλησιών, […] του Άη Γιώργη και της Αγίας Φωτεινής: Από το ένα παράθυρο, το μνήμα του νεομάρτυρος Δήμου και ο παμπάλαιος πλάτανος με τη γέρικη κουφάλα του και τα χλωρά φύλλα του κορμιού του όπου εκελαηδούσαν φωλιασμένα τα πουλιά, κι’ απ’ το άλλο δεξιά, το αψηλό καμπαναριό, με τον αστραφτερό του από τον ήλιο Σταυρό, στην κορυφή. Κι’ ευθύς μετά, τα βαθουλωμένα από την χρήσιν σκαλοπάτια, που τα προστάτευε κάτω ένα γιγαντιαίον άγαλμα ως φρουρός, μέσα εις την μεγάλην αίθουσαν της συνάξεως διά την πρωινήν προσευχήν, τα μάτια της ψυχής των μαθητών επεταλούδιζαν εμπρός εις τας διδακτικάς υπομνήσεις, που διαιωνίζονταν ολόγυρά των: τον σκαλισμένον από χρυσά γράμματα μαρμάρινον πίνακα των ευεργετών, μιαν προτομήν αγίου εκκλησιαστού, μιαν πλάκα ευγνωμοσύνης προς την μεγάλην Αλβιόνα διά την προστασίαν της. Κι’ ακόμη, ένα χαιρετισμόν εις χρυσοκέντητον ζωγραφισμένην ταινίαν, επί της μετόπης, προς τον ιδρυτήν: “Παντολέον Σεβαστόπουλε, χαίρε!»

Ας κλείσουμε με την αναφορά που κάνει στον Σεβαστόπουλο ο Ματθαίος Παρανίκας, γυμνασιάρχης της Σχολής από το 1878 μέχρι το 1885 και συγγραφέας της πρώτης ιστορίας της Σχολής Ιστορία της Ευαγγελικής Σχολής. Εκ των πηγών συνταχθείσα. Έγραφε γι΄ αυτόν: «Το πανεύφημον αυτού όνομα ευλογείται και θέλη ευλογείσθαι εις γενεάς γενεών, ου μόνον εν Σμύρνη αλλά και ανά πάσαν την Μικράν Ασίαν διά τον φαεινόν φάρον της θεοδότου σοφίας, ος εν καιροίς ζοφεροίς εν των οφθαλμώ της Ασίας τη φιλομούσω Σμύρνη έστησε».

Να λοιπόν που το πανεύφημον όνομα του Παντολέοντος Σεβαστόπουλου απαθανατίστηκε στο σχολείο μας, το σχολείο το οποίο εννοεί τον εαυτό του ως συνέχεια του ιστορικού σχολείου στη Νέα Σμύρνη.

ps2

Τα παραπάνω κείμενο αντλεί από το βιβλίο: Χρήστος Σολωμονίδης, Η Παιδεία στη Σμύρνη, Αθήνα 1961, σ. 18-34.

Επιμέλεια: Τόνια Καφετζάκη, Φιλόλογος-Ιστορικός, καθηγήτρια Προτύπου Γυμνασίου Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης