ΑΘΛΗΤΙΚΑ ΔΡΩΜΕΝΑ ΣΤΗ ΣΜΥΡΝΗ ΣΤΑ ΤΕΛΗ ΤΟΥ 19ου ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ 20ού ΑΙΩΝΑ

Στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα, μέχρι το 1922 που έγινε η Μικρασιατική Καταστροφή, ο ελληνικός πληθυσμός της Σμύρνης, περίπου 150.000 άνθρωποι, ζούσε ειρηνικά με τις άλλες εθνικές κοινότητες της πόλης, δηλαδή τους Τούρκους, τους Άγγλους, τους Γάλλους, τους Εβραίους, τους Αρμένιους, τους Ιταλούς, τους Βρετανούς και τους Αμερικάνους. Η ελληνική κοινότητα ήταν ιδιαιτέρως ανθηρή οικονομικά και πολιτισμικά. Η Σμύρνη της εποχής είχε να επιδείξει πλούσια πνευματική και καλλιτεχνική ζωή: εκδοτική δραστηριότητα με ποικιλία εντύπων, βιβλίων, εφημερίδων και περιοδικών, θεατρική και μουσική κίνηση. Εξίσου σημαντική και η εκπαιδευτική δραστηριότητα. Εκείνη την εποχή στη Σμύρνη υπήρχαν 16 ορθόδοξα σχολεία, 9 ελληνικά ιδιωτικά, 5 σχολεία για κορίτσια, 9 τούρκικα σχολεία και 14 σχολεία για ξένους. Τα κυριότερα ελληνικά σχολεία ήταν το Ομήρειο Παρθεναγωγείο για κορίτσια και η Ευαγγελική Σχολή για αγόρια Από τη Σμύρνη δεν έλειπε ούτε η αθλητική κίνηση. Αυτήν θα προσπαθήσουμε να αποδώσουμε συνοπτικά στο παρόν κείμενο. Ας δούμε όμως πρώτα την εν γένει αναβίωση του αθλητισμού και της γυμναστικής στην Ελλάδα και την ανταπόκριση της Σμύρνης σε αυτές τις εξελίξεις. Από το 1859 άρχισε η διοργάνωση των Ζάππειων Ολυμπιάδων στην Αθήνα με την οικονομική χορηγία του Ζάππα, ενώ το 1895 έγιναν οι πρώτοι ουσιαστικά πανελλήνιοι αγώνες, τα Τήνια που διοργανώθηκαν στην Τήνο. Και στις δύο διοργανώσεις, όπως θα δούμε συμμετέχουν Σμυρνιοί αθλητές. Ήδη από τα μέσα του 19ου αιώνα, με το βασιλικό διάταγμα της 18ης Φεβρουαρίου 1871, εισάγονται οι στρατιωτικές ασκήσεις στα ελληνικά σχολεία, με την πεποίθηση να προετοιμάζονται οι νέοι για τη δημιουργία ισχυρού στρατού, προκειμένου να απελευθερωθούν και τα υπόλοιπα «αλύτρωτα» τμήματα του ελληνισμού. Το 1880, μετά από εικοσαετείς προσπάθειες του Ιωάννη Φωκιανού, η Γυμναστική καθιερώνεται ως υποχρεωτικό μάθημα στα ελληνικά σχολεία. Νωρίτερα όμως από το 1874 στο γυμναστήριο του ιδιωτικού σχολείου «Ισοκράτης» στη Σμύρνη παραδίδονται μαθήματα σπαθασκίας, ραβδομαχίας και γυμναστικής.

Αθλητικοί σύλλογοι

Πριν το 1890 δεν υπήρχε στη Σμύρνη ένας οργανωμένος αθλητικός σύλλογος. Το 1890 ιδρύεται ο «Ορφέας» με σκοπό «τη μουσική και γυμναστική διαπαιδαγώγηση των μελών του», από λαμπρούς και μορφωμένους νέους με τον απόηχο των ονομάτων τους να φτάνει ως την εποχή μας: Πάνος Αργυρόπουλος, Ανδρέας Βουλγαρίδης, Αιμίλιος Καρτάλης, Ιωάννης Φατσέας κ.ά. Τα πρώτα οκτώ χρόνια στον «Ορφέα» η μουσική καλλιέργεια υπερτερούσε της αθλητικής άσκησης. Το 1891 ιδρύεται ο «Απόλλωνας» αρχικά ως πνευματικός και μουσικός σύλλογος, ενώ μετά το 1894 αναδεικνύεται σε δυναμικό αθλητικό σύλλογο. Το 1901 πραγματοποιήθηκαν για πρώτη φορά «Απολλώνιοι αγώνες», που θα λάβουν ετήσια μορφή, ενώ παράλληλα οργανώνονταν από τον Σύλλογο εκδηλώσεις μουσικού, φιλολογικού και ιστορικού χαρακτήρα, καθώς και λογοτεχνικοί διαγωνισμοί. Ο «Απόλλωνας» συμμετείχε στους ενδιάμεσους Ολυμπιακούς αγώνες της Αθήνας, τη Μεσολυμπιάδα, το 1906, ενώ εισήγαγε το άθλημα της πυγμαχίας στη Σμύρνη και οργάνωσε ποδοσφαιρική ομάδα, κερδίζοντας πολλές νίκες επί αγγλικών και αρμένικων ομάδων της πόλης, αλλά και ομάδων των ξένων στόλων που επισκέπτονταν τη Σμύρνη.

 (Η ομάδα ποδοσφαίρου του Απόλλωνα το 1910).

Το 1894 κάποια μέλη του Ορφέα, που ήθελαν να τονίσουν περισσότερο την άθληση, αποχώρησαν και ίδρυσαν αυτόνομο σωματείο με αποκλειστικό σκοπό τη «Σωμασκία-Γυμναστική». Το ονόμασαν «Γυμνάσιον». Το 1896 ιδρύθηκε με τη συμβολή των Άγγλων το Sporting Club, διαθέτοντας πολυτελείς εγκαταστάσεις στην περιοχή του Κε (=προκυμαία). Τα μέλη του ήταν Βρετανοί, Αμερικάνοι, Άγγλοι, Γάλλοι, Ιταλοί, Αρμένιοι και Έλληνες, οι οποίοι εξασκούνταν κυρίως στο τέννις, στην ποδηλασία, στο ποδόσφαιρο και το βόλλεϋ. Το Sporting Club οργάνωνε επίσης αγώνες, στους οποίους συμμετείχαν Έλληνες, Άγγλοι, Γάλλοι και Αρμένιοι αθλητές. Ας σημειωθεί εδώ ότι το ποδόσφαιρο εισήγαγαν στη Σμύρνη οι Άγγλοι της πόλης. Οργανώνονταν δε και ποδοσφαιρικές συναντήσεις ανάμεσα στις άτυπες πρώτες ομάδες της Σμύρνης και του Μπουρνόβα και των πληρωμάτων των βρετανικών θωρηκτών που ναυλοχούσαν στο λιμάνι.

Το Sporting Club στη Σμύρνη

Το 1896 ξεκινούν οι Πανιώνιοι αγώνες στο στάδιο του προαστίου «Μπουρνόβα». Το πρόγραμμα περιλάμβανε 8 αγωνίσματα στίβου. Τον Οκτώβριο του 1898 έγιναν οι 2οι Πανιώνιοι αγώνες με υποτονική όμως διάθεση λόγω της θλίψης του Ελληνισμού για την ήττα στον ατυχή ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Μερικούς μήνες αργότερα, ο «Ορφέας» και το «Γυμνάσιο» ενώνονται κάτω από ένα λάβαρο στο οποίο αναγραφόταν «Πανιώνιος». Σκοπός του νέου συλλόγου ήταν η προώθηση της γυμναστικής, του αθλητικού ιδεώδους και του μαζικού αθλητισμού χωρίς διακρίσεις. Στον «Πανιώνιο» μπορούσαν να γραφτούν και γυναίκες (παντρεμένες ή μη). Μέχρι το 1911 ο Πανιώνιος χρησιμοποιούσε το στάδιο του Μπουρνόβα. Εκεί ακριβώς ήταν και ο κέντρο της αθλητικής ζωής της πόλης, αφού εκεί έμεναν οι εύπορες οικογένειες των ξένων παροικιών, βασικά της αγγλικής, αλλά και της γαλλικής και της ιταλικής. Οι Βρετανοί ειδικά πρωτοστατούσαν στα αθλητικά δρώμενα, κυρίως λόγω του ποδοσφαίρου.

 

(Στη φωτογραφία αριστερά εικονίζονται αθλητές του Πανιωνίου το 1904 και δεξιά στιγμιότυπα από τους Πανιώνιους αγώνες του 1918).

Ο Ύμνος του Πανιωνίου Συλλόγου Σμύρνης

[…]Ω! χαίρε του Ψάλτου

γενέτειρα, χαίρε,

 σεμνής Ιωνίας περίδοξος γη.

Και πάλιν ο μέγας αγών των

προγόνων τιμάς επιζήλους προς σε

χορηγεί […]

 

[…]Ω! πέτα νεότης εμπρός

αγωνίζου,

ιδού σε προσμένει ευρύς ο

αγών.

Ω! τίμα τους θείους θεσμούς

των προγόνων

και νίκα εν μέσω ευφήμων

κραυγών.

Γυμνάζου κι εις πλούτον

υγείας ανδρίζου

και μοχθεί με ήθος γενναίον

θρασύ,

αδράν αμοιβήν των ατρύτων

σου πόνων

να λάβης το γέρας, νεότης

χρυσή

Κι ενώ μελιχρώς εις της Νίκης

το πνεύμα

γελά ο Μουσών και Χαρίτων

εσμός

 εις πόθος τους πάντας βαθύς

 συνενώνει

 μακραίων να ζήση ο νέος

δεσμός.

 

Βοήθει Πλάστα να διανοίξη

ευρύ το μέλλον ο Σύλλογός

 μας

του μεγαλείου φαιδρώς εντός

 μας,

 να λάμψουν αύθις μαρμαρυγαί,

πάσα καρδία εν κατανύξει

 να σε δοξάζη, Δημιουργέ.

Τους αγώνας μας πέραιν’ αισίως

 και την ήβην ευλόγει μαζί,

 ήτις θάλλει και πάλιν ακμαία

και μανθάνει πως πρέπει να ζη.

Στέλλιος Σπεράντζας

Ο ποιητής έγραψε τον Ύμνο σε ηλικία 19 ετών, υπογράφοντας ως «Απηλιώτης», και τον υπέβαλε σε διαγωνισμό του Πανιωνίου για τη σύνθεση του ύμνου του συλλόγου, κερδίζοντας το πρώτο βραβείο. Η μελοποίηση του Ύμνου από τον Δήμο Μιλανάκη βραβεύτηκε στο Παρίσι.

Πηγή: Μια πόλη στη λογοτεχνία. Σμύρνη, (επιλογή κειμένων Θωμάς Κοροβίνης, φωτογραφίες Ένωση Σμυρναίων, Θωμάς Κοροβίνης), Αθήνα, Μεταίχμιο, 2005, σ. 473-474.

 

Ο Πανιώνιος (ως «Γυμνάσιο» ακόμα) αποτελεί και ιδρυτικό μέλος του ΣΕΑΓΣ (της πρώτης ελληνικής ομοσπονδίας, μετέπειτα ΣΕΓΑΣ), που μορφοποιήθηκε στο Πανελλήνιο Συνέδριο των Αθλητικών και Γυμναστικών Σωματείων στην Αθήνα στις 13-15 Ιανουαρίου 1897. Το 1908 ιδρύθηκε ο «Πέλοπας» με κυριότερο σκοπό την προώθηση της γυμναστικής και των θαλάσσιων αθλημάτων. Υπήρξε ο κυριότερος οργανωτής αγώνων κωπηλασίας και κολύμβησης και μάλιστα οργάνωσε τους τελευταίους αθλητικούς αγώνες κολύμβησης λίγες μέρες πριν την Καταστροφή, στις 31 Ιουλίου 1922. Μάλιστα, ένας από τους νικητές των 100μ. και των 1600μ. ήταν ο Αριστοτέλης Ωνάσης.

Συμμετοχές Σμυρναίων αθλητών σε πανελλήνιους και διεθνείς αθλητικούς αγώνες

Μέχρι τον ξεριζωμό του 1922 ο αθλητισμός στη Σμύρνη έχει να παρουσιάσει πολλά και αξιόλογα «ορόσημα», όπως τη συμμετοχή Σμυρναίων αθλητών στις Ζάππειες Ολυμπιάδες της Αθήνας (1859, 1870, 1874, 1889), τους Πανιώνιους αγώνες, συμμετοχή ενιαίας ομάδας «Ορφέα» και «Γυμνασίου» με αρχηγό τον Μιλτιάδη Σεϊζάνη στα «Τήνια» (πρόκειται για τους πρώτους αθλητικούς αγώνες εκτός Αθήνας) του 1895, συμμετοχή στους Πανελλήνιους Αγώνες του 1896, οι οποίοι αποτέλεσαν προετοιμασία για την επικείμενη πρώτη σύγχρονη Ολυμπιάδα στην Αθήνα. Στους αγώνες αυτούς ιδιαίτερη εντύπωση προκάλεσε η αθλητική περιβολή των Σμυρναίων αθλητών, που ήταν συγχρονισμένη και ομοιόμορφη, κατά τα πρότυπα των Άγγλων αθλητών της πόλης τους. Στους δε Ολυμπιακούς του 1896 έλαβαν μέρος 5 αθλητές από τη Σμύρνη, από τους οποίους μόνο ο Γεώργιος Τσίτας αναδείχτηκε δεύτερος ολυμπιονίκης στην πάλη.

Σχολικοί αθλητικοί αγώνες και γυμναστική αγωγή στη Σμύρνη

Στο στάδιο του Μπουρνόβα γίνονταν, όπως είπαμε, οι Πανιώνιοι αγώνες, το κυριότερο αθλητικό γεγονός στη Σμύρνη επί 25 χρόνια μέχρι την Καταστροφή. Στο ίδιο στάδιο γίνονταν και οι σχολικοί αγώνες κάθε χρόνο από το 1891 μέχρι το 1904. Τους αγώνες διοργάνωνε ο «Πανιώνιος» και συμμετείχαν διάφορα σχολεία της Σμύρνης, ελληνικά και ξένα: Ευαγγελική Σχολή, Λύκειο Αρώνη, Σχολείο Μπάξτερ, Αμερικάνικο Κολλέγιο, τα δύο σχολεία του Βουτζά, Χίλτον και Χίντεν κ.ά. Οι Σχολικοί αγώνες αποτέλεσαν και την αφορμή να γίνει υποχρεωτικό μάθημα στα σχολεία της Σμύρνης η Γυμναστική, ώστε η ελληνική κοινότητα να αποκτήσει την πρωτοκαθεδρία στο γυμναστικό κίνημα, την οποία μέχρι την καθιέρωση των σχολικών αγώνων κατείχαν οι ξένοι. ρέπει να σημειωθεί εδώ ότι σχολικοί αγώνες διοργανώθηκαν και από άλλες ελληνικές κοινότητες στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας, αλλά και από άλλα σχολεία της Σμύρνης (π.χ. Σχολή Γ. Δαλδάκη), αλλά δεν είχαν την αίγλη των αγώνων του «Πανιωνίου». Δεν έλειψαν βέβαια και οι αντιδράσεις αντίλογος σχετικά με τη σκοπιμότητα της συμμετοχής των μαθητών στους σχολικούς αγώνες του «Πανιωνίου». Έτσι, τον Μάρτιο του 1907 ο Διδασκαλικός Σύνδεσμος της Σμύρνης, με δημόσια δήλωση του οργάνου του, αποφαινόταν ότι «ο αθλητισμός είναι επιβλαβέστατος δια τους μαθητάς».( Μπαλτάς, 2014). Ο Σύνδεσμος τόνιζε ότι ο «Πανιώνιος» εξυπηρετούσε διαφορετικούς σκοπούς από αυτούς των σχολείων, όπως η Ευαγγελική και μάλιστα επικροτούσε την απόφαση των αρμοδίων της τελευταίας να αρνηθούν την επίσημη συμμετοχή της στους πρώτους αγώνες του «Πανιωνίου», αφήνοντας έτσι στη διακριτική ευχέρεια των γονιών και των μαθητών την συμμετοχή τους σ’ αυτούς. Αυτός όμως ο δημόσιος διάλογος που αναπτύχθηκε, πέρα από προσωπικά ελατήρια και κίνητρα, σίγουρα αντικατόπτριζε και τις νέες τάσεις στον χώρο της γυμναστικής και της άθλησης, που εκείνη την εποχή έκαναν την εμφάνισή τους και απειλούσαν την υπάρχουσα κατάσταση (το νέο σουηδικό σύστημα ερχόταν να αντικαταστήσει το γερμανικό). Στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αι. η γυμναστική αγωγή εισάγεται στο πρόγραμμα των σχολείων της Σμύρνης. Ως προς το σύστημα της διδασκαλίας της γυμναστικής την εποχή εκείνη, ας σημειώσουμε τα ακόλουθα: σε πρώτη φάση, η διδασκαλία της γυμναστικής είχε στοιχεία από το γερμανικό σύστημα (κίνημα των Turnvereine), όπου το μάθημα γίνονταν με αυστηρούς στρατιωτικούς όρους, με απώτερο σκοπό τη δημιουργία ικανών και αξιόμαχων στρατιωτών σε ενδεχόμενη πολεμική αναμέτρηση με τους Τούρκους. Η σχολική γυμναστική άσκηση λοιπόν συνδέεται απόλυτα με την εθνική ιδέα και τον αλυτρωτισμό, το βασικό ιδεολόγημα του νέου ελληνικού κράτους και του οθωμανικού ελληνισμού. Στη συνέχεια, επικράτησε η λεγόμενη Σουηδική Γυμναστική (Σουηδικές ασκήσεις), κατά την οποία οι ασκούμενοι εκτελούν με το παράγγελμα του εκπαιδευτή διάφορες «στατικές ασκήσεις», σε πλήρη συντονισμό κι εναρμόνιση. Το 1902 ο «Πανιώνιος» ιδρύει και Σχολή Γυμναστών με πρώτο διευθυντή τον Σοφοκλή Μάγνη, διπλωματούχο γυμναστή του Διδασκαλείου Γυμναστικής Αθηνών. Τα μαθήματα της Σχολής γίνονταν στο προαύλιο της Ευαγγελικής Σχολής. Στη Σχολή Γυμναστών έρχονταν για επιμόρφωση και εκπαιδευτικοί από σχολεία της Μικρασιατικής επαρχίας. Ως το 1914 περίπου 200 και πλέον δάσκαλοι είχαν εκπαιδευτεί δίνοντας ώθηση και αθλητική πνοή στην ομογενή νεότητα του εσωτερικού. .

(Στη φωτογραφία αριστερά εικονίζεται ο Σοφοκλής Μάγνης και δεξιά ο Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος)

Το μάθημα της γυμναστικής στην Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης

Η Ευαγγελική Σχολή διατηρούσε τέλειο γυμναστήριο, πλήρως εξοπλισμένο με γυμναστικά όργανα. Βρισκόταν προς τη βορεινή πλευρά της Σχολής, δεξιά της μικρής διόδου που έβγαινε στον περίβολο της Αγίας Φωτεινής. Το ένα μέρος του ήταν αίθριο και το άλλο στεγασμένο. Στους τοίχους υπήρχαν πίνακες με ρητά για τη εκγύμναση του σώματος. Οι πρώτες γυμναστικές επιδείξεις των μαθητών της Ευαγγελικής Σχολής έγιναν το 1891. Είχαν τρομερή επιτυχία με τους μαθητές να εκτελούν «ελίξεις», «αναπτερώσεις» και άλλες γυμναστικές ασκήσεις. Τότε καθιερώνεται και η Γυμναστική ως ένα από τα σπουδαιότερα μαθήματα. Ανάμεσα στους δασκάλους και καθηγητές που εξάσκησαν τους μαθητές της Ευαγγελικής Σχολής στο γυμναστήριο συγκαταλέγονται οι Γεωργόπουλος, Αδ. Ζήσης, Δίγκας, Εμ. Κουμάντος, Σοφ. Μάγνης, Γ. Λεωνίδου κ.ά.

Επίλογος

Συνοψίζοντας, η ακμή της Γυμναστικής και ο σημαντικός ρόλος του αθλητισμού στη Σμύρνη στα τελευταία έτη του 19ου αι. και τα πρώτα του 20ού συνδέεται με τη Μεγάλη Ιδέα, την καλλιέργεια του εθνικού φρονήματος των Ελλήνων και οφείλεται στην περίφημη Ευαγγελική Σχολή, στον «Πανιώνιο», τις πρωτοβουλίες του μητροπολίτη Χρυσόστομου, την επιρροή των Λεβαντίνων [=Οικογένειες Ευρωπαίοι που ζουν για γενιές στην Ανατολή] της πόλης, την άνοδο της ελληνικής αστικής τάξης και την παρέμβαση των πολιτικών και αθλητικών αρχών του ελληνικού κράτους. Η Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 έφερε το τέλος του ελληνικού αθλητισμού στη Σμύρνη. Τα μέλη όμως των μικρασιατικών σωματείων και σχολών συνέχισαν την γυμναστική και αθλητική δραστηριότητα τους στην προσφυγιά, επιβιώνοντας ακόμα και στις μέρες μας.

ΠΗΓΕΣ:

Αλβανίδης Ευάγγγελος, Αθλητικές δραστηριότητες της ελληνικής κοινότητας στη Σμύρνη από το τέλος του 19ου αιώνα ως το 1922, Αθήνα 2011. Λινάρδος Πέτρος, Η Σμύρνη του Πανιωνίου, Αθήνα, Εκδ: «Οι φίλοι των τεχνών»,1998.

Μπαλτάς Ανδρέας, Ο ελληνικός Αθλητισμός στη Σμύρνη 1890-1922, Αθήνα, Εκδ: Μπαλτά, 2014.

Σολωμονίδης Χρήστος, Η παιδεία στη Σμύρνη, Αθήνα 1961.

www.apollonistis.com

www.el.wikipedia.org/wiki./Πανιώνιος

 www.mikrasiatis.gr

 

Λογοτεχνικές αποτυπώσεις αθλητικών εκδηλώσεων στη Σμύρνη

Σμύρνη, αρχές 20ού αι.: Λεμβοδρομίες

«Τα παιδιά φέρανε την είδηση: -Ζήτω! Νίκησε το ελληνικό καΐκι! -Έρχουνται! Έρχουνται! Το γυναικομάνι πετάχτηκε στα παραθύρια… Πολλές ξεπορτίσανε. -Καλέ αλήθεια; -Ποιοι έρχουνται, μωρέ; Οι περισσότεροι άντροι λείπανε από το μαχαλά, είχανε πάει στο Κιαι- χαλασμός κόσμου εκεί κάτω, στο μουράγιο. Άδειασε η πολιτεία. Εφτά μεγάλα σάτια*, δεμένα στην αράδα, κολλητά το ένα πίσω από τ’ άλλο, ίδιος κάβος μες στη θάλασσα, μπρος στο καλοκαιρινό θέατρο του Κοκόλη, σημαιοστολισμένα με λογής λογής σινιάλα και με τούρκικες κι ελληνικές παντιέρες. Ο κόσμος τίγκα πάνω στα σάτια –είσοδος ένα τεσσαράκι*- και πλημμύρα σε ούλο το μάκρος του Κιαί, από την Εδέμ και δώθε. Τζάμπα εδώ στο Κιαί, αν και είτανε το καλύτερο πόστο για να παρακολουθάς τις λεμβοδρομίες απ’ το πλάι, σ’ ολάκερη τη διαδρομή. Τα τραμβάγια* δύσκολα περνούσανε. Ο τραμβαγιέρης κράταγε κάθε τόσο τ’ αλόγατο, και με την τσαμπούρνα του αδιάκοπα στο στόμα, τσαμπούρναγε ολοένα για ν’ ανοίξει δρόμο ανάμεσα στο πλήθος. Στα πλουσιόσπιτα του Κιαι, απ’ τα μπαλκόνια, κοιτάζανε με κιάλια και με φισταλόγγες τι γινόταν στη θάλασσα, το κάθε σπίτι είχε σηκωμένη την παντιέρα της νατσιόνας του, άλλο ελληνικιά, άλλο φραντσέζικη, άλλο ιταλικιά, εγγλέζικη, ολλαντέζικη, γερμανικιά –και ούλα τα κονσολάτα το ίδιο. Και πέρα, πάνω από την πολιτεία, στο ψηλό σαντάρδο της ανέμιζε η ελληνικιλα παντιέρα του προξενείου. Από τους τουρκομαχαλάδες όμως κι από την οβραιακή, μονάχα λιγοστοί νομάτοι κατεβήκανε. Μα οι Τούρκοι ζαμπίτηδες του λιμανιού, με τα φέσια τους και τα χρυσά γαλόνια, είταν κι αυτοί πάνω στο μεσιακό σάτι, καθισμένοι σε καρέκλες κάτω από την τέντα, μαζί με δυο τρεις κονσόλοι, τον Έλληνα πρόξενο και τα δικά μας τα προσώπατα. Οι ρωμιομαχαλάδες βουίζανε από μέρες. Για τις τετράκουπες βάρκες δε γινότανε συζήτηση. Μονάχα οι βάρκες από τα δυο δικά μας αθλητικά σωματεία παίρνανε μέρος, καμιά τούρκικια ή φράγκικια δεν κόταγε να παραβγεί μαζί τους. Και όσο κι αν είτανε φανατικοί από τον ένα σύλλογο ή τον άλλο, το ενδιαφέρον κούρνιαζε περιορισμένο. Μονάχα μια χρονιά οι Φράγκοι του Σπόρτιγκ Κλουμπ βγήκανε στις τετράκουπες, μπαϊλντίσανε στα μισά και παρατήσανε τον αγώνα, και από τότε κάτσανε στ’ αυγά τους. Οι Αρμενέοι πάλι είτανε αρκετά δυνατοί στο φουτμπωλ –όχι βέβαια όσο οι Εγγλέζοι του Μπουρνόβα- μα δεν καταπιάνονταν πολύ σε άλλα αγωνίσματα. Μια χρονιά ωστόσο ο Κιρκόρ Εβρεμιάν είχε κερδίσει δευτεριά στη σφαιροβολία. Φέτος, σε τούτες τις λεμβοδρομίες, ανήμερα της Αναλήψεως, όπως κάθε χρόνο, πάλι ξεμυτίσανε οι φράγκοι. Βγήκε στις δίκουπες ο χοντρο-Ρικάρ, ο γιος του σπετσιέρη που είχε τη φραντσέζικια σπετσαρία* στο Φραγκομαχαλά, μα έμεινε πίσω πάνω από εφτά βαρκιές, κι έπαθε μεγάλο ρεζιλίκι. -Ε, ήσυχα παιδιά! Μη γιουχαΐζετε! Ντροπή! Αθλητικόν πνεύμα, αθλητικόν πνεύμα! –μπήκανε στη μέση τα προσώπατα της επιτροπής. Ο χοντρο-Ρικάρ, απ’ τη ντροπή του, δεν ξεμπάρκαρε στα σκαλάκια του μουράγιου, μα έκανε το γύρο και βγήκε πίσω από το Κουρμεκάκι. Η μεγάλη αγωνία που μπαμπακιάζανε τα χείλη του κόσμου, των δικών μας και των Τούρκων, είτανε η λεμβοδρομία των βαρκάρηδων με τα τετράκουπα καΐκια, τέσσερα μίλια όλο μαζί, πηγαιμός και γυρισμός. […] Ποτισμένοι άρμη, ψημένα παλικάρια κι από τις δυο μεριές. Πέφτανε σε συναγωνισμό, είχανε κι αμάχη αναμεταξύ τους, Τούρκοι και Ρωμιοί, νταήδες, πότε μαχαιρώνονταν, πότε κάνανε μαζί παρέα, μα σέβονταν και στιμάρανε την παλικαριά ο ένας τ’ αλλουνού. Τα καΐκια είτανε βαριές βάρκες, πλώρη από πρύμη δεν ξεχώριζε, με μια μικρή κουβέρτα μπρος και πίσω, στη μέση τέσσερις τραβέρσες, και πελώρια κουπιά, χοντρά, σαν κι αυτά στις βασιλικές βάρκες κι ακόμα πιο χοντρά, που δεν τα καλοχούφτιαζε το πασαένα χέρι. Και τα δυο τελευταία χρόνια, το ’να πάνα τ’ αλλού, οι Τούρκοι τα θεριά. Λαζοί μαυροθαλασσίτες, είχανε κερδίσει αυτή τη σπουδαία λεμβοδρομία και πήρανε τον αγέρα των δικών μας. Αχ! Η πικροθάλασσα μας πότισε φαρμάκι. Το λοιπόν, διηγηθήκανε τα παιδιά, κόσμος και ντουνιάς, λογής λογής παντιέρες, δυο μουσικές παίζανε πάνω στα σάτια, του δικού μας Ορφανοτροφείου και του Ινταντιέ, πότε η μία πότε η άλλη, ολόγυρα πήχτρα ο γιαλός, βαποράκια, βάρκες και καΐκια με πανιά- και ούλα τα βαποράκια, ως και τα βαπόρια μέσα στο λιμάνι, βαλθήκανε να σφυρίζουνε σαν έφτασε το δικό μας καΐκι πρώτο κι έγινε κοσμοχαλασιά.»

[Κοσμάς Πολίτης, Στου Χατζηφράγκου. Τα σαραντάχρονα μιας χαμένης πολιτείας, (επιμ. Peter Mackridge), Αθήνα, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 1993, σ. 7-9]

*τεσσαράκι=τέσσαρα μεταλλίκια (1 γερό γρόσι) *σάτι=μαούνα *τραμβάγι=τραμ *τσαμπούρνα=μικρή σάλπιγγα *φισταλόγγα=τηλεσκόπιο *σπετσαρία=φαρμακείο *στιμάρω=εκτιμώ

Στο στάδιο του Μπουρνόβα

«Και την ίδια μέρα, στις τρεις τ’ απομεσήμερο, αρχίζανε οι αθλητικοί αγώνες στο στάδιο του Μπουρνόβα. Με τη μπουκιά στο στόμα, μόλις πρόφταινες να πάρεις το τραίνο. Και σαν έφτανες στο στάδιο, έβρισκες τη μαρίδα απ’ όλους τους ρωμαίικους φτωχομαχαλάδες να ‘ναι σκαρφαλωμένη ολόγυρα στα κάγκελα. Μυστήριο πώς το καταφέρνανε- ξεκινούσανε νωρίς ποδαρόδρομο, ή τρυπώνανε στο τραίνο τζαμπαρία; Όλα τ’ αγωνίσματα τά ‘χαμε στο χέρι: δρόμους, ρίψεις, άλματα, δίζυγο και μονόζυγο. Μονάχα στις ποδηλατοδρομίες νικούσανε πολλές φορές οι Εγγλέζοι. Δυο αδέρφια αυτοί, δυο αδέρφια κ’ οι δικοί μας. Μια ο ένας αδελφός μπροστά να ξεκουράζεται ο άλλος, μια ο άλλος μπροστά για να ξεκουράζεται ο πρώτος. -Καταλαβαίνεις; Μάκενα στήνουνε κ’ οι δυο, λέγανε τα παιδιά. Φέτος όμως τα παιδιά του Χατζηφράγκου είχανε γυρίσει με κατεβασμένα μούτρα. -Ένα Εγγλεζάκι, το άτιμο, κέρδισε τις εκατό γυάρδες, το άλμα εις μήκος και τις εκατόν δέκα μετ’ εμποδίων. Ούλα μαζί. Ξέρανε όλους τους όρους. -Έννοια σου και δε θα του φέξει άλλη βολά. Είτανε γιατί έπιασε κράμπα τους δικούς μας. Δεν είδες τον Κουμόπουλο που κούτσαινε;»

[Κοσμάς Πολίτης, Στου Χατζηφράγκου. Τα σαραντάχρονα μιας χαμένης πολιτείας, (επιμ. Peter Mackridge), Αθήνα, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 1993, σ. 62-63.

Σμύρνη 1919: Ένα στιγμιότυπο από αθλητικούς αγώνες

«[…] το απόγευμα πήγε στο Στάδιο του Πανιωνίου στην Πούντα, όπου θα γενόντουσαν αγώνες. Ο Αλέκος αγαπούσε από παιδί να γυμνάζεται και όταν ήτανε μαθητής στην Ευαγγελική Σχολή δεν τον περνούσε κανείς συμμαθητής του στο πήδημα και στο δρόμο των 400 μέτρων. Είχε μάλιστα εγγραφή στον Πανιώνιο Σύλλογο και βγήκε πρώτος δυο φορές σε αγώνες στο Στάδιο του Παραδείσου. Ο γυιος της νοικοκυράς του ήτανε μέλος στον «Απόλλωνα» και μανιώδης στο «Φουτ-μπωλ». Είχε μαζί του συχνά συζήτησες περί του ποιος από τους δυο Συλλόγους είναι ο καλύτερος και τέτοια. Τέλος πάντων ο Αλέκος μπόρεσε να δώση τέλος στη συζήτηση με το γυιο της νοικοκυράς του, όταν του απόδειξε πως ο «Π α ν ι ώ ν ι ο ς» είνε πατέρας της γυμναστικής και αθλητικής κίνησης όλης της Μικράς Ασίας, γιατί εργάζεται από το 1890 και ξον από τον αθλητισμό, έχει καλλιεργήσει εις διάφορες εποχές και τμήματα κολυμβητικής, εκδρομών, σκοποβολής, «φουτ-μπωλ» και ποδηλασίας και προπάντων τμήμα μουσικόν, καλλιτεχνικών εκθέσεων και φιλολογικών διαλέξεων και διαγωνισμών. Εν πάση περιπτώσει τα δύο Σωματεία είναι σαν πατέρας με παιδί -παιδί όμως άξιο του μπαμπά- και οι επιτυχίες του ενός είνε επιτυχίες και του άλλου. Την ημέρα λοιπόν αυτή, στο ωραίο και σημαιοστολισμένο Στάδιο είχε μαζευθή όλη η Σμύρνη. Η στρατιωτική μουσική έπαιζε ωραία κομμάτια. Τα χρωματιστά φορέματα και τα καπέλλα και παρασόλια των γυναικών κάνανε να μοιάζη η ανθρωποθάλασσα εκείνη με λουλουδιασμένο περβόλι. Στις πρώτες θέσεις ήτανε ο Αρμοστής, ο Μητροπολίτης και άλλοι επίσημοι και στη μέση είχανε τους ναυάρχους των ξένων πολεμικών, που ήρθανε κι’ αυτοί να θαυμάσουν και χειροκροτήσουν τη Σμυρνέϊκη λεβεντιά. Και μείνανε με ανοιχτά στόματα όλοι σαν άρχισαν τ’ αγωνίσματα –τρέξιμο, πήδημα, δίσκο, σφαίρα, πάλη, ακόντιο και άλλα- και βλέπανε τους αθλητάς της Ανατολής, με τόσο ωραία και γερά κορμιά, ίδια αρχαία αγάλματα ελληνικά, και με τόση μεγάλη πρόοδο σε όλα τα είδη της γυμναστικής

[Σωκράτης Προκοπίου, Σαν ψέμματα και σαν αλήθεια. Μικρασιατικόν ιστορικόν μυθιστόρημα με 164 εικόνας, Αθήνα, 1928, σ. 123-124]